Alice Miller
H Alice Miller (1923-2010) σπούδασε στη Βασιλεία (Ελβετία) φιλοσοφία, ψυχολογία και
κοινωνιολογία. Μετά τη διδακτορική διατριβή της εκπαιδεύτηκε στη Ζυρίχη ως
ψυχαναλύτρια και, για 20 χρόνια, εξάσκησε αυτό το επάγγελμα ενώ παράλληλα
δίδασκε. Το 1980 αποφάσισε να σταματήσει την ψυχαναλυτική και διδακτική
πρακτική και να ασχοληθεί με τη συγγραφή βιβλίων. Από τότε έχει δημοσιεύσει 13
βιβλία, με τα οποία γνωστοποίησε στο ευρύ κοινό τα αποτελέσματα των ερευνών της
όσον αφορά τις αιτίες και τις συνέπειες των τραυμάτων της παιδικής ηλικίας. Γι’
αυτές τις έρευνές της η συγγραφέας έχει κερδίσει τη διεθνή αναγνώριση.
Από την αρχική
δημοσίευση του «Δράματος του Προικισμένου Παιδιού» (1979) ως την πρόσφατη
αναθεώρησή του (1995) πέρασαν σχεδόν είκοσι χρόνια.
Η Alice Miller
ασχολήθηκε συστηματικά με τους κρυφούς χειρισμούς των γονέων κατά τη διάρκεια
της ανατροφής των παιδιών τους, με τις διάφορες στρατηγικές προφύλαξης ενάντια
στα τραύματα της παιδικής ηλικίας, με τις συνέπειες της απώθησης αυτών των
τραυμάτων σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο και, τέλος, με τις σύγχρονες
δυνατότητες ανάλυσης των συνεπειών των παιδικών τραυμάτων. Γι’ αυτές τις
έρευνες της η συγγραφέας κέρδισε τη διεθνή αναγνώριση.
Αποσπάσματα από το
βιβλίο της Άλις Μίλερ, "Το σώμα δεν ψεύδεται ποτέ", εκδ. Ροές.
Οι απόψεις της Miller
ίσως φανούν ακραίες σε μια κοινωνία όπως η ελληνική, με τόσο ισχυρούς
οικογενειακούς δεσμούς (και με χιλιάδες γνωστά ή άγνωστα δράματα παιδικής
κακοποίησης μέσα στην οικογένεια). Προσωπικά τις βρήκα ενδιαφέρουσες,
επιστημονικά τεκμηριωμένες και σε κάποια σημεία, λυτρωτικές: ο ρόλος ''του
καλού παιδιού'' είναι ένα μεγάλο ψυχολογικό βάρος και η ψυχαναγκαστική επιβολή
του είναι ήδη κακοποίηση.
Όταν γεννιέται ένα
παιδί χρειάζεται από τους γονείς του αγάπη, δηλαδή στοργή, προσοχή, προστασία,
συμπάθεια, φροντίδα και προθυμία για επικοινωνία. Αν ικανοποιηθούν αυτές οι
ανάγκες του, το σώμα του θα κρατήσει την καλή ανάμνηση, και αργότερα, ως
ενήλικος, θα μπορεί να προσφέρει την ίδια αγάπη στα παιδιά του. Αν όμως όλα
αυτά απουσιάζουν, σε όλη του τη ζωή θα λαχταρά την εκπλήρωση των πρώτων
σημαντικών αναγκών του. Αυτή η λαχτάρα θα μεταφέρεται αργότερα στη ζωή του σε
άλλους ανθρώπους. Από την άλλη πλευρα, όσο λιγότερη αγάπη λαμβάνει ένα παιδί,
όσο πιο πολύ απαξιώνεται και κακοποιείται με την πρόφαση της ανατροφής, τόσο
περισσότερο θα κρέμεται ως ενήλικος από τους γονείς του (ή από άτομα που τους
υποκαθιστούν), περιμένοντας από αυτούς τους γονείς όσα δεν του παρείχαν την
κατάλληλη στιγμή. Αυτή είναι η φυσιολογική αντίδραση του σώματος. Το σώμα ξέρει
τι του λείπει, δεν μπορεί να ξεχάσει τις στερήσεις, το κενό είναι πάντα παρόν
και περιμένει να γεμίσει.
Βέβαια, όσο μεγαλώνουμε
τόσο πιο δύσκολο γίνεται να λάβουμε από άλλους ανθρώπους την αγάπη που κάποτε
μας στέρησαν οι γονείς μας. Ωστόσο, οι προσδοκίες δεν εγκαταλείπονται με την
ηλικία - το αντίθετο μάλιστα! Απλώς μεταβιβάζονται σε άλλους ανθρώπους, κυρίως
στα παιδιά και στα εγγόνια. Ο μοναδικός τρόπος να απαλλαγούμε από μια τέτοια
κατάσταση είναι να συνειδητοποιήσουμε αυτούς τους μηχανισμούς και να
προσπαθήσουμε -αναστέλλοντας τις διαδικασίες απώθησης και άρνησης - να
αναγνωρίσουμε την πραγματικότητα της παιδικής μας ηλικίας. Κατ' αυτόν τον
τρόποθα δημιουργήσουμε μέσα μας ένα άτομο το οποίο θα μπορεί να ικανοποιήσει
τις ανάγκες που περιμένουν να εκπληρωθούν άπό τη γέννησή μας, αν όχι και πολύ
νωρίτερα. Μόνο έτσι μπορούμε να προσφέρουμε εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας την
προσοχή, τον σεβασμό, την κατανόηση των αισθημάτων μας, την απαραίτητη
προστασία, την άνευ όρων αγάπη που μας στέρησαν οι γονείς μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου