Δευτέρα 12 Ιουλίου 2021

 

Ο ΓΛΑΡΟΣ

Γιάννης Σκαρίμπας












Ώρα καλή στου απείρου την καρδιά
γλάρε μου βραδυνέ που φεύγεις – πλοίο,
μετά από σένα η νύχτα, η σιγαλιά,
η κάμαρά μου, ένα φωσάκι, ένα βιβλίο.
 
Πηγαίνεις συ… Εγώ εκπεσμένο αλαργινό
αδέρφι σου νοσταλγικό εδώ μένω·
ένα βιβλίο, ένα φωσάκι –και πονώ–
μια καμαρούλα – αδέρφι μου υψωμένο.
 
Κι όλο πετάς. Ώρα καλή κι έχω δουλειά
στο χούμα δω που βρέθκαν οι καημοί μου,
άσπρα να κάμω τα χρυσά μου τα μαλλιά
κι ύστερα να λυγίσω το κορμί μου.
 
Κι από ακοντά (μην απορείς και μη ρωτάς)
σιγά θα φύγω έχω δουλειά γλάρε μου – πλοίο
ένα βραδάκι που λευκός συ θα πετάς
σαν νάσαι το ανοιγμένο μου βιβλίο…

 

ΦΑΝΤΑΣΙΑ

Γιάννης Σκαρίμπας

______________________________________












Νάναι σα να μας σπρώχνει ένας αέρας μαζί

προς έναν δρόμο φιδωτό που σβει στα χάη,

και σένα του καπέλου σου πλατειά και φανταιζί

κάποια κορδέλα του, τρελά να χαιρετάει.

 

Και νάν’ σαν κάτι να μου λες, κάτι ωραίο κοντά

γι’ άστρα, τη ζώνη που πηδάν των νύχτιων φόντων,

κι αυτός ο άνεμος τρελά-τρελά να μας σκουντά

όλο προς τη γραμμή των οριζόντων.

 

Κι όλο να λες, να λες, στα βάθη της νυκτός

για ένα –με γυάλινα πανιά– πλοίο που πάει

όλο βαθιά, όλο βαθιά, όσο που πέφτει εκτός:

όξ’ απ’ τον κύκλο των νερών – στα χάη.

 

Κι όλο να πνέει, να μας ωθεί αυτός ο αέρας μαζί

πέρ’ από τόπους και καιρούς, έως ότου –φως μου–

(καθώς τρελά θα χαιρετάει κείν’ η κορδέλα η φανταιζί)

βγούμε απ’ την τρικυμία αυτού του κόσμου…